Ένα πάνελ ομιλητών από διαφορετικά πεδία της ιατρικής συμμετείχε στη συνεδρία με θέμα την επιδημία της παχυσαρκίας και τις στρατηγικές αντιμετώπισης που έχουν σήμερα στη διάθεσή τους οι ειδικοί: από την πλευρά του παιδιάτρου η κ. Ευαγγελία Χαρμανδάρη εστίασε στην παιδική και εφηβική παχυσαρκία, από την πλευρά του παθολόγου – διαβητολόγου η κ. Γιούλη Αργυρακοπούλου αναφέρθηκε στις επιλογές φαρμακοθεραπείας, ενώ ο κ. Αναστάσιος Φιλίππου μίλησε για τον ρόλο της σωματικής δραστηριότητας στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, και η κ. Μαίρη Γιαννακούλια, ως ειδικός διαιτολογίας – διατροφής αναφέρθηκε στη σημασία και τη διαχείριση της απώλειας βάρους. Τη συνεδρία συντόνισαν οι καθηγήτριες Αρετή Λάγιου και Ανδρονίκη Νάσκα.
Στην εισαγωγή της, η κ. Λάγιου τόνισε ότι η Σχολή Δημόσιας του ΠΑ.Δ.Α. αναγνωρίζει τη σημασία πρόληψης και περιορισμού της παχυσαρκίας έχοντας συμπεριλάβει τη σχετική θεματολογία στο Συνέδριο.
Για τις στρατηγικές αντιμετώπισης της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας, μίλησε η κυρία Ευαγγελία Χαρμανδάρη, καθηγήτρια Παιδιατρικής, Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας στην Ιατρική Σχολή Ε.Κ.Π.Α., η οποία παρουσίασε τα σχετικά δεδομένα σε παγκόσμιο και σε εθνικό επίπεδο. Η επίπτωση της παχυσαρκίας τριπλασιάστηκε από το 1975, είπε, το 39% των ενηλίκων είναι υπέρβαροι και το 13% παχύσαρκοι, ενώ περισσότερα από 2,8 εκατομμύρια άτομα κάθε χρόνο πεθαίνουν λόγω υπερβαρότητας ή παχυσαρκίας, καθώς οι καταστάσεις αυτές συνοδεύονται από σοβαρές συννοσηρότητες, όπως καρδιαγγειακή νόσος, διαβήτης τύπου 2, και κακοήθειες. Η επίπτωση της παχυσαρκίας είναι αυξημένη όχι μόνο σε χώρες υψηλού αλλά και χαμηλού και μέτριου κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου, είπε η ομιλήτρια. Η παχυσαρκία κατά την παιδική και εφηβική ηλικία αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα δημόσιας υγείας του 21ου αιώνα καθώς, 41 εκατομμύρια παιδιά προσχολικής ηλικίας (<5 έτη) έχουν υπερβαρότητα ή παχυσαρκία, 340 εκ. παιδιά και έφηβοι ηλικίας 5-19 ετών έχουν υπερβαρότητα ή παχυσαρκία και 124 εκ. παιδιά και έφηβοι έχουν παχυσαρκία. Επιπλέον, τα παιδιά αυτά έχουν αυξημένες πιθανότητες να είναι παχύσαρκοι στην ενήλικη ζωή τους και να αναπτύξουν νοσηρότητες από νεαρή ηλικία.
Στην Ελλάδα ο επιπολασμός υπέρβαρου και παχυσαρκίας είναι 21% στην προσχολική ηλικία και 41% στη σχολική και εφηβική ηλικία, σημαντικά υψηλότερος από το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών.
Σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο έχουν διαμορφωθεί δράσεις πρόληψης και αντιμετώπισης της παχυσαρκίας και συνοδών νοσημάτων βάσει της επιστημονικής γνώσης των τελευταίων δεκαετιών, τόσο σε επίπεδο επιδημιολογικών μελετών όσο και σε επίπεδο παρεμβάσεων στα σχολεία και την κοινότητα, ανέφερε η κ. Χαρμανδάρη. Ο Π.Ο.Υ. και τα Ηνωμένα Έθνη έχουν εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες με στόχο τον τερματισμό της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας που απευθύνονται στις κυβερνήσεις των χωρών παγκοσμίως.
Κλείνοντας, η ομιλήτρια τόνισε ότι τον Ιούνιο του 2017 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάλεσε τα κράτη μέλη να εντάξουν στα εθνικά σχέδια δράσης τους, διατομεακά μέτρα που εστιάζουν όχι μόνο στην πρόληψη, αλλά και στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και των συνοδών χρόνιων νοσημάτων, με δράσεις που εστιάζουν στα παιδιά και τους εφήβους, δηλαδή να αναλάβουν ουσιαστικά μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης της παιδικής παχυσαρκίας. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Δημόσια Υγεία 2021-2025 (Υπουργείο Υγείας, 2021) αποτελεί την πρώτη και ολοκληρωμένη διατομεακή προσπάθεια στην Ελλάδα για την απόκτηση μιας στοχευμένης στρατηγικής πολιτικής για τη Δημόσια Υγεία. Στο πλαίσιο αυτό, τέθηκαν οι βασικοί άξονες στρατηγικής ανά πεδίο παρέμβασης του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τη Δημόσια Υγεία 2021-2025 που σχετίζονται με την πρόληψη και αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και συνοδών καρδιομεταβολικών νοσημάτων στον ελληνικό πληθυσμό, αναπτύχθηκαν σε άξονες που ξεκινούν από την πρωτογενή πρόληψη έως τον εντοπισμό και την αντιμετώπισή της.
Για τον ρόλο της φαρμακοθεραπείας στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και τις εξελίξεις σε αυτό τον τομέα, μίλησε η κυρία Γιούλη Αργυρακοπούλου, Παθολόγος-Διαβητολόγος, παρέθεσε αριθμούς σχετικά με το πρόβλημα της στους παχυσαρκίας στη χώρα μας. Βάσει της μελέτης ΕΜΕΝΟ, οι Έλληνες έχουν αυξημένο βάρος, είπε.
Για την αντιμετώπιση της νόσου απαιτείται κλινική διαχείριση, δηλαδή αναγνώριση και διάγνωση της νόσου, των συννοσηροτήτων, η σταδιοποίηση της παχυσαρκίας και στη συνέχεια κατάρτιση θεραπευτικού πλάνου που να περιλαμβάνει και μακροχρόνιο σχεδιασμό. Τα βήματα που ακολουθούνται προοδευτικά για τη θεραπεία της παχυσαρκίας περιλαμβάνουν τον έλεγχο της διατροφής και την άσκηση, τη φαρμακευτική αγωγή και ως ύστατη λύση, το χειρουργείο. Η φαρμακευτική αγωγή χορηγείται σε άτομα που έχουν κάνει επανειλημμένες προσπάθειες απώλειας βάρους, με Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) >30 ή ΔΜΣ>27 Kg/m2 και συννοσηρότητα όπως ΣΔΤ2, αρτηριακή πίεση ή/και δυσλιπιδαιμία. Ταυτόχρονα με τη φαρμακοθεραπεία, οι ασθενείς πρέπει να ακολουθούν υποθερμιδική δίαιτα και να εισαγάγουν την άσκηση στο πρόγραμμά τους.
Η κ. Αργυρακοπούλου αναφέρθηκε στην έρευνα για τα νεοενδοκρινή μονοπάτια της παχυσαρκίας: αυτά περιλαμβάνουν αριθμό σημάτων από θρεπτικά συστατικά, ορμόνες, νευροπεπτίδια και προσαγωγά νεύρα του ΑΝΣ τα οποία συγκλίνουν στον εγκέφαλο με σκοπό τον έλεγχο της διατροφικής συμπεριφοράς και της ομοιόστασης του σωματικού βάρους. Παρουσίασε στη συνέχεια εξήγησε τους λόγους για τους οποίους χρειάζονται τη φαρμακευτική αγωγή οι ασθενείς με παχυσαρκία, με βάση τον μηχανισμό της ενεργειακής ομοιόστασης κατά την προσπάθεια απώλειας βάρους. Αυτή οδηγεί σε αύξηση της πείνας, μείωση του μεταβολικού ρυθμού και απαιτείται αρνητικό θερμιδικό ισοζύγιο για τη διατήρηση κατάλληλου σωματικού βάρους.
Η κ. Αργυρακοπούλου ανέφερε τα διαθέσιμα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας στην Ελλάδα, που είναι η ορλιστάτη, ο συνδυασμός ναλτρεξόνης – βουπροπιόνης και η λιραγλουτίδη, και τόνισε πως η φαρμακευτική θεραπεία είναι ασφαλής και αποτελεσματική και οφείλει να προσφέρεται στους ασθενείς βάσει ενδείξεων και αποζημιώνεται σε ειδικές κατηγορίες ασθενών. Ανέφερε επίσης στοιχεία για τη σεμαγλουτίδη και την τιρζεπατίδη που έχουν λάβει έγκριση τόσο από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκου-EMA όσο και από τον Αμερικανικό FDA, όμως στη χώρα μας προς το παρόν δεν χορηγούνται για τη θεραπεία της παχυσαρκίας. Τέλος, είπε πως αναμένονται και δοκιμάζονται πολλά νέα φάρμακα για την αντιμετώπιση της νόσου της παχυσαρκίας και τη διασφάλιση της μακροχρόνιας διατήρησης του σωματικού βάρους.
Στη συνέχεια, τον λόγο έλαβε ο κ. Αναστάσιος Φιλίππου, Αν. Καθηγητής Φυσιολογίας-Φυσιολογίας της Άσκησης, Ιατρική Σχολή, Ε.Κ.Π.Α. ο οποίος μίλησε για τον ρόλο της σωματικής δραστηριότητας στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, και ειδικότερα για τον ρόλο της άσκησης στην πρόληψη και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Τα πλεονεκτήματα της άσκησης είναι πολλά μεταξύ αυτών η διατήρηση της μυϊκής μάζας, η αύξηση του μεταβολικού ρυθμού και έχει ως στόχο την αύξηση της οξείδωσης των λιπών μέσω της μυϊκής ενδυνάμωσης και της αερόβιας κίνησης. Για τα υπέρβαρα άτομα η απαραίτητη διάρκεια άσκησης είναι 45-60 λεπτά την ημέρα, ενώ άτομα που υπήρξαν παχύσαρκα, για να αποφύγουν την επαναπρόσληψη σωματικού βάρους απαιτούνται 60-90’ ημερησίως.
Η άσκηση μπορεί να ξεκινήσει σταδιακά επιλέγοντας απλές δραστηριότητες με κίνηση σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, καταστρώνοντας σχέδιο δραστηριοτήτων / προπόνησης, ενώ απαιτείται διαρκής έλεγχος της υγείας. Η άσκηση μαζί με έναν φίλο / μια φίλη συνιστάται καθώς η προσήλωση στο πρόγραμμα έχει παρατηρηθεί ότι είναι καλύτερη. Προτείνεται σταδιακά να αυξάνεται η συχνότητα και η διάρκεια της άσκησης έως ότου να επιτευχθεί μια ολοκληρωμένη φυσική δραστηριότητα στην καθημερινότητα. Ο κ. Φιλίππου κλείνοντας την ομιλία του τόνισε ότι η συνταγογράφηση της άσκησης χρησιμοποιείται και συμβάλλει στη βελτίωση της ευλυγισίας, της δύναμης, και της αύξησης της αερόβιας ικανότητας.
Η κυρία Μαίρη Γιαννακούλια, Καθηγήτρια Διατροφής και Διαιτητικής Συμπεριφοράς, Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας – Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, μίλησε για το θέμα της διατήρησης της απώλειας βάρους. Οι στρατηγικές για τη διατήρηση της απώλειας βάρους μετά την επίτευξή της διαφέρουν από τις στρατηγικές για την επίτευξη απώλειας βάρους, παρατήρησε η ομιλήτρια.
Ο επιπολασμός προσπαθειών βάρους είναι μεταξύ 10% και 74% με ποικίλα κίνητρα, όπως η βελτίωση της εμφάνισης, της υγείας, της ευεξίας, της φυσικής κατάστασης και της αυτοπεποίθησης, άλλη σύσταση από επιστήμονες υγείας. Η διατήρηση της απώλειας του βάρους είναι πολύ σημαντική καθώς η επανάκτηση του βάρους είναι πολύ συνήθης στα άτομα με υπερβαρότητα ή παχυσαρκία, χωρίς όμως αυτή να είναι αναπόφευκτη.
Οι συμπεριφορές των ατόμων που επιτυγχάνουν να διατηρήσουν μια σημαντική απώλεια βάρους (13,6 kg, 1 χρόνο) κρίνονται από παράγοντες όπως η διατήρηση υψηλής σωματικής δραστηριότητας, η τακτική αυτοπαρακολούθηση του σωματικού βάρους, η μείωση πρόσληψης ορισμένων τροφίμων, η τακτική κατανάλωση κανονικών γευμάτων (~ 5 γεύματα ή σνακ την ημέρα) και η κατανάλωση πρωινού. Ιδιαίτερο ρόλο παίζει ο τύπος της υποστήριξης που λαμβάνουν τα άτομα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, καθώς τα άτομα που διατηρούν την απώλεια βάρους δέχονται μεγαλύτερη επιβράβευση και συμπερίληψη για ενεργή συμμετοχή σε δραστηριότητες.